ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ


Capital Weekend

Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: Γράφοντας ιστορία

Εκτύπωση σελίδας
Αποθήκευση σελίδας
Αποστολή με e-mail
Προσθήκη στο αρχείο
Μέγεθος κειμένου
Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος χαρακτηρίζεται ως ο πατέρας της ελληνικής ιστοριογραφίας που ξεδιάλυνε τις σκιές της ελληνικής ιστορίας και την χώρισε σε αρχαία, μεσαιωνική και νέα θέτοντας τις βάσεις για την εθνική ταυτότητα των νεοελλήνων.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1815 σε μία προεστή οικογένεια της Πόλης. Πατέρας του ήταν ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος από την Βυτίνα της Γορτυνίας, ο οποίος εργαζόταν ως τραπεζίτης στην Κωνσταντινούπολη αφού εγκαταστάθηκε εκεί πιθανότατα μετά τα Ορλοφικά το 1770, ενώ η μητέρα του ήταν η Ταρσία Νικοκλή. Επιπλέον, η οικογένεια είχε και άλλα πέντε αγόρια και πέντε κορίτσια όπως συνήθιζε να συμβαίνει εκείνες τις εποχές.
Δυστυχώς, το 1821 με το ξεκίνημα της ελληνικής επανάστασης ο πατέρας του Παπαρρηγόπουλου συνελήφθει μαζί με έναν από τους γιος του, τον αδερφό του και τον γαμπρό του και εκτελέστηκαν ως αντίποινα, ενώ όλη η περιουσία του δημεύτηκε.

Η μητέρα του μη έχοντας άλλη λύση εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη και εγκαταστάθηκε μαζί με όλη την οικογένεια στην Οδησσό της Ρωσίας. Εκεί ο Παπαρρηγόπουλος μαζί με τον αδερφό του Κωνσταντίνο πέρασαν τα μαθητικά τους χρόνια ως υπότροφοι του Τσάρου Αλεξάνδρου Α’ παρακολουθώντας μαθήματα στο Λύκειο ‘Ρισελιέ’ μέχρι το 1830 οπότε και η οικογένεια ήρθε στην Ελλάδα, αρχικά στο Ναύπλιο και έπειτα στην Αίγινα. Εκεί ο Παπαρρηγόπουλος παρακολούθησε μαθήματα στο Κεντρικόν Σχολείον της Αίγινας με δάσκαλο τον Γεώργιο Γεννάδιο χωρίς όμως να καταφέρει να αποφοιτήσει ποτέ.
Ο Παπαρρηγόπουλος μπορεί να μην κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του, όπως αναφέρει ο ίδιος, ωστόσο αποτελούσε ένα παιδί που τον τραβούσε η μάθηση. Ήξερε να μιλάει γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά, ενώ τα βιβλία του κρατούσαν πάντα καλή συντροφιά.
Το 1833 εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο και διορίστηκε στη γραμματεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης από τον Κωνσταντίνο Σχινά, ο οποίος υπήρξε προσωπικός του φίλος και ο οποίος τον βοήθησε ιδιαίτερα και μετέπειτα στον διορισμό του ως καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο. Ο Παπαρρηγόπουλος παρέμεινε στο υπουργείο μέχρι το 1845 οπότε και απολύθηκε βάσει του νόμου περί αυτοχθόνων και ετεροχθόνων που είχε ψηφιστεί τότε. Μάλιστα, πριν την απόλυσή του είχε κρατήσει και τα πρακτικά της δίκης του Κολοκοτρώνη έπειτα από εντολή του Αντιβασιλέα.

Η απόλυσή του από το Υπουργείο υπήρξε μια δύσκολη περίοδος για τον ίδιο, όμως στο πλευρό του βρέθηκε ο Ιωάννης Κωλέττης που τον έσπρωξε να ασχοληθεί με την ιστοριογραφία. Έτσι το 1845 δημοσίευσε μετάφραση του γαλλικού σχολικού βιβλίου Levi-Alvares, το οποίο μπήκε ύστερα από σύσταση του Υπουργείου Παιδείας στις τάξεις των μαθητών στην ώρα της Ιστορίας.
Λίγο αργότερα ο Παπαρρηγόπουλος εργάστηκε ως καθηγητής ιστορίας στο Γυμνάσιο των Αθηνών και έπειτα από την ανακήρυξή του ως διδάκτορας του πανεπιστημίου του Μονάχου με τη βοήθεια του φίλου του Κωνσταντίνου Σχινά που ήταν τότε πρεσβευτής στο Μόναχο, κατάφερε να διοριστεί στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών ως καθηγητής ιστορίας παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε καθώς δεν κατείχε κανένα πτυχίο μέχρι τότε και οι αντίπαλοί του φρόντιζαν να του βάζουν πάντα εμπόδια.  Το 1872, εκλέχθηκε μάλιστα πρύτανης του πανεπιστημίου, το 1875 επίτιμος καθηγητής του πανεπιστημίου στην Οδησσό και το 1881 μέλος της Ακαδημίας της Σερβίας, ενώ τα τελευταία χρόνια πριν τον θάνατό του ήταν επίτιμος πρόεδρος του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός».
Στην προσωπική του ζωή παντρεύτηκε την Μαρία Αφθονίδη το 1841 και απέκτησαν μαζί τρία παιδιά. Δυστυχώς είχε την τύχη να δει δύο από τα παιδιά του να πεθαίνουν αλλά και την σύζυγό του, πριν κλείσει εκείνος τα μάτια του.

Το έργο του ήταν εκτενές ποσοτικά αλλά κυρίως ποιοτικά παρά τις επικρίσεις που δέχθηκε. Έκανε την εμφάνισή του το 1843 με την διατριβή «Περί της εποικήσεως σλαβικών τινών φυλών εις την Πελοπόννησον» ενώ συνέχισε να μεταφράζει σπουδαία συγγράματα στην ελληνική γλώσσα. Το 1853 κυκλοφόρησε την πρώτη μορφή της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των νεοτέρων», ενώ το 1860 άρχισε η έκδοση της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους», η οποία ολοκληρώθηκε το 1876 και η οποία τον καθιέρωσε ως τον πατέρα της ελληνικής ιστοριογραφίας.
Οι μελέτες του γύρω από την σκοτεινή εποχή του Βυζαντίου ξεκαθάρισαν το τοπίο και την αντίληψη που επικρατούσε μέχρι τότε ότι η εποχή εκείνη αποτελούσε παρακμή για το ελληνικό έθνος επαναφέροντάς την ως ουσιαστικό κομμάτι της ελληνικής ιστορίας και της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων, κατά την οποία παγιώθηκαν οι θρησκευτικές, πολιτικές και πολιτιστικές επιλογές του ελληνικού έθνους.
Εκτός από τα συγγράμματα και τις μελέτες που εκπόνησε, συνεργάστηκε και με πολλά αθηναϊκά και όχι μόνο περιοδικά της εποχής όπως ο Παρνασσός, η Εστία, η Πανδώρα και άλλα.
Σήμερα, Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους έλληνες ιστοριογράφους ενώ το έργο του «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» παρά τις όποιες μετατροπές ή και διορθώσεις σε ορισμένες περιπτώσεις που έχει πιαθνότατα υποστεί παραμένει ακόμα και σήμερα ένα μνημείο της ελληνικής ιστοριογραφίας που έθεσε τις βάσεις για την καταγραφή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.